Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

ΞΕΡΟΛΙΘΙΕΣ 
μικρά αρχιτεκτονικά θαύματα... στα αζήτητα

Αιώνες τώρα μετατρέπει άγονα εδάφη σε καλλιεργήσιμες εκτάσεις, συγκρατεί το νερό και κάνει άνυδρους τόπους, φιλόξενους και αρχιτεκτονικά ξεχωριστούς. Σήμερα, η ξερολιθιά -η παραδοσιακή τεχνική κατασκευής τοιχώματος μόνο από πέτρα- εγκαταλείπεται. Το να μην αφήσουμε να χαθούν αυτά τα μικρά αρχιτεκτονικά «θαύματα» δεν είναι μόνο ζωτικό για τα νησιά μας, αλλά αποτελεί και μέγιστο θέμα πολιτισμού.

Tης ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΖΑΒΙΤΣΑΝΟΥ

Oι περισσότεροι από μας, παιδιά της πόλης, τις αντιμετωπίζουμε ως ένα γραφικό στολίδι των νησιών. Οχι αδίκως. Η συμμετρία των πέτρινων όγκων της ξερολιθιάς είναι τόσο αρμονικά δεμένη με το περιβάλλον που μοιάζει να είναι αποτέλεσμα μιας φυσικής διεργασίας και όχι της επέμβασης του ανθρώπου.

Οι ξερολιθιές, όμως, αυτοί οι πέτρινοι τοίχοι αντιστήριξης που κρατάνε τις πεζούλες στα νησιά, οι μάντρες και οι φράχτες που χωρίζουν ιδιοκτησίες και ακολουθούν τα καλντερίμια, ακόμα και οι στάβλοι, οι αποθήκες και οι μύλοι, που φτιάχνονται εδώ και αιώνες στα νησιά του Ιονίου, του Αιγαίου, αλλά και στην ηπειρωτική Ελλάδα, μόνο με πέτρα, χωρίς κανένα συνδετικό υλικό -όπως τσιμέντο ή λάσπη- να τις ενώνει, δεν είναι μόνον αισθητικά εξαιρετικές αλλά ζωτικές για τους τόπους και τους κατοίκους τους.
Πώς θα ήταν τα νησιά μας χωρίς ξερολιθιές; Αγονοι ορεινοί όγκοι, μέρη ρημαγμένα από τον αέρα, αφιλόξενα για τον άνθρωπο και για τις δραστηριότητές του. Δεν είναι υπερβολές. «Το χώμα στα νησιά είναι λίγο και η κατωφέρεια μεγάλη», λέει στο ΟΙΚΟ ο λαογράφος, Αλέκος Φλωράκης, που εργάζεται στο Μουσείο Μαρμαροτεχνίας που ετοιμάζει η Τράπεζα Πειραιώς στην Τήνο. «Αν δεν υπήρχαν αναβαθμίδες ή τράφοι, όπως τις λέμε εδώ, θα ήταν αδύνατον να επιβιώσει ο ντόπιος πληθυσμός».
Στην Τήνο, δεν υπάρχει βουνό χωρίς τους δαντελωτούς πέτρινους σχηματισμούς. Αυτό που λέμε ελληνικό νησί δεν αποτελείται μόνο από καφέ χώμα και γαλάζια θάλασσα αλλά κυρίως από πέτρες. Πέτρες τιθασευμένες από τον άνθρωπο, τοποθετημένες με τάξη και αρμονία η μία πάνω στην άλλη, η μία δίπλα στην άλλη με σφήνες ή χωρίς, δεμένες μεταξύ τους με τους νόμους της ισορροπίας και της βαρύτητας, στέκουν αιώνιοι τοποτηρητές. Δημιουργούν ασύμμετρα γεωμετρικά σχήματα, επιβάλλουν τη δική τους αρχιτεκτονική τοπίου, στρίβουν, ανηφορίζουν ακολουθώντας το ανάγλυφο του εδάφους.
Σε όλη τους την περιπλάνηση επιμένουν στα κυκλικά και παράγωνα σχήματα και αποφεύγουν τις απόλυτες ευθείες και τις αυστηρές γραμμές των σύγχρονων γεωργικών παραγωγικών μονάδων. Αυτό είναι ένα από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους. Η έλλειψη συνδετικού υλικού, παράλληλα, τους δίνει τη δυνατότητα να προσαρμόζονται στην πίεση του εδάφους και του νερού, δημιουργώντας παραμορφώσεις. Σαν να έχουν ζωή, αλλάζουν σχήματα και γραμμές ανάλογα με τις συνθήκες. Ταυτόχρονα, αν για κάποιο λόγο καταστραφούν σε ένα σημείο, δεν πέφτουν ολόκληρες ούτε χρειάζονται συνολική αποκατάσταση του τοιχώματος, όπως με το τσιμέντο. Ουσιαστικά μιλάμε για μικρά αρχιτεκτονικά «θαύματα» που δυστυχώς όσο περνούν τα χρόνια χάνονται παράλληλα με την απομάκρυνση των νησιωτών από τον πρωτογενή τομέα και την εγκατάλειψη της υπαίθρου.
Πριν από μερικές δεκαετίες η αποκατάσταση της ξερολιθιάς αντιστήριξης αποτελούσε μέρος της ετήσιας ρουτίνας των αγροτών. Ο κ. Γιάννης Ψάλτης, προέδρος του Περιβαλλοντικού Συλλόγου «Φίλοι του Πρασίνου» στην Τήνο, θυμάται: «Τον Οκτώβριο, που δεν είχαμε πολλές αγροτικές εργασίες, ο πατέρας μου συγκέντρωνε όλη την οικογένεια για να φτιάξουμε τις βουλίστρες ή β'λίστρες, όπως λέμε στην τηνιακή ντοπιολαλιά τα κατεστραμμένα κομμάτια της ξερολιθιάς».
Σήμερα οι βουλίστρες είναι πολύ περισσότερες από τις «καλοστεκούμενες» ξερολιθιές. Η τεχνική που ακολουθείται από την εποχή την προϊστορικών χρόνων και η διατήρηση της οποίας δεν είναι μόνο χρήσιμη, αλλά αποτελεί μέγιστο θέμα πολιτισμού, χάνεται. Ο εφησυχασμός ότι δεν χρειάζεται πια να παράγουμε τοπικά προϊόντα ούτε να κρατήσουμε τα νερά μας, γιατί μπορούμε να τα αγοράσουμε και τα δύο από άλλα μέρη, καθώς και η πλήρης αδιαφορία της Πολιτείας για τη διάσωσή τους, έχει μετατρέψει τις ξερολιθιές σε ερείπια. Ετσι, σήμερα, τόνοι νερού και γόνιμου εδάφους χάνονται κάθε χρόνο στη θάλασσα, την ώρα που οι νησιώτες χρυσοπληρώνουν τα προϊόντα διατροφής και παρακαλάνε για λίγο υφάλμυρο νερό που έρχεται με την υδροφόρα...
Τρεις λόγοι για τους οποίους είναι πολύτιμη!
1 Συγκρατεί το χώμα και επιτρέπει την ανάπτυξη της γεωργίας σε περιοχές που διαφορετικά θα φύτρωναν μόνο φρύγανα και αγκάθια - αν δεν ήταν εντελώς γυμνές από βλάστηση εξαιτίας των ανέμων. Με την πέτρα ο άνθρωπος κατάφερε να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις που θα του επέτρεπαν να επιβιώσει σε δύσκολες κλιματολογικές συνθήκες και σε αφιλόξενα εδάφη. Τα νησιά του Αιγαίου αποτελούν χαρακτηριστικό παράδειγμα, γιατί μπορεί η θάλασσα να αποτελούσε για τους νησιώτες την βασική ανδρική απασχόληση, αλλά οι εναπομείναντες έπρεπε να εξασφαλίσουν τροφή όλο το χρόνο και ίσως να ενισχύσουν τα εισοδήματά τους όταν αυτό ήταν εφικτό. Μην ξεχνάμε ότι οι μεταφορές αγαθών δεν ήταν τόσο διαδεδομένο φαινόμενο όσο σήμερα και η βασική προϋπόθεση για την επιβίωση ήταν η αυτάρκεια σε είδη διατροφής. Οι ξερολιθιές μετέτρεπαν τα επικλινή εδάφη σε επίπεδα και δημιουργούσαν έτσι καλλιεργήσιμη γη. Στις πεζούλες ή αναβαθμίδες αυτές οι νησιώτες καλλιεργούσαν σχεδόν τα πάντα. Κηπευτικά, σιτάρι, όσπρια, αλλού ελιές, αμπέλια και συκιές, ακόμα και αμυγδαλιές στα Επτάνησα που το επιτρέπει το κλίμα. Τα ξηρικά ντοματάκια Σαντορίνης, οι άνυδρες μελιτζάνες, το ξυλάγγουρο, τα πράσινα φασολάκια αποτελούν μερικά από τα πιο γνωστά προϊόντα των νησιών. Ακόμα και βαμβάκι είχαν καταφέρει να καλλιεργήσουν στα χωράφια τους οι νησιώτες με τη σωστή χρήση της πέτρας.
2 Συγκρατεί το νερό της βροχής επιτελώντας ένα διπλό καθήκον. Αφ' ενός δεν αφήνει το γόνιμο έδαφος να διαβρωθεί και να παρασυρθεί προς τη θάλασσα και αφ' ετέρου συγκρατεί το πολύτιμο νερό που αργότερα θα καταλήξει σε χειμάρρους, αφού πρώτα έχει ποτίσει πολύ καλά το έδαφος. Σύμφωνα με τον παραδοσιακό τρόπο χτισίματος των αναβαθμίδων στην Τήνο, οι αγρότες δημιουργούσαν μια κλίση στο έδαφος προς το εσωτερικό και ένα περίπου μέτρο πριν από την επόμενη ξερολιθιά άνοιγαν ένα αυλάκι. «Εκεί θα κατέληγε η περίσσεια του νερού - το νερό δηλαδή που περίσσευε αφού είχε πετύχει όλη την καθίζηση που είναι δυνατόν να πετύχει», λέει ο κ. Ματθαίος Βίλλας, γεωπόνος από την Τήνο. «Το αυλάκι αυτό λέγονταν ξερεματιστής γιατί οδηγούσε το νερό στο διπλανό πέτρινο μονοπάτι-κανάλι και από εκεί στο ρέμα, όπου είχαν χτίσει μικρά φράγματα, με ξερολιθιά και λάσπη στο εσωτερικό, για να συγκρατήσουν το περισσευούμενο νερό του χειμώνα για τις καλοκαιρινές καλλιέργειες». Ενας κύκλος ζωής που διαιωνίζεται με τη βοήθεια της πέτρας, της ανθρώπινης επινοητικότητας και τεχνικής.
3 Αποτελούν καταφύγιο της άγριας ζωής, αν εστιάσουμε μόνο στον ρόλο τους ως δίκτυα που προσφέρουν ευνοϊκές συνθήκες ζωής τόσο για την πανίδα όσο και τη χλωρίδα της περιοχής. Στις κοιλότητές τους συναντάμε πολλά είδη λειχήνων που επιτρέπουν αργότερα την εγκατάσταση ανώτερων ειδών, ενώ βρίσκουμε και πολυάριθμα είδη φυτών και ζώων. Εκεί φύονται φυτά όπως ο αμάραντος, το σαπουνόχορτο, και ανάλογα με το κλίμα και την απόσταση από τη θάλασσα, μπορεί να συναντήσουμε αμπέλια και συκιές. Στους βιότοπους αυτούς συχνάζουν επίσης διάφορα είδη σαύρας, φίδια και σαλιγκάρια, ενώ στις σχισμές περνούν στη χειμερία νάρκη πολλά έντομα όπως οι γνωστές μας πασχαλίτσες. Εκεί συντελούνται και τα διάφορα στάδια μεταμόρφωσης της πεταλούδας, οι αράχνες βρίσκουν την τροφή τους και στις μεγάλες κοιλότητες μπορεί να βρούμε σκαντζόχοιρους, τρωκτικά ακόμα και πουλιά. Ενας ολόκληρος βιότοπος συντηρείται ανάμεσα στις πέτρες και προστατεύεται εκεί από τον καυτό καλοκαιρινό ήλιο.
Ένας από τους τελευταίους «πετράδες» αποκαλύπτει τα μυστικά της ξερολιθιάς

Ο κύριος Γιάννης Δελατόλας ή Ντουλάς, όπως είναι το παρατσούκλι του, είναι 77 χρόνων, έχει τρία παιδιά, έξι εγγόνια αλλά αυτό δεν τον σταματά από το να βρίσκεται συνέχεια στα χωράφια για δουλειές. Εχει καμιά εικοσαριά κατσίκες που πρέπει να προσέχει αλλά και κότες, κουνέλια, δυο «δαμαλίδια», όπως λένε τις μικρές θηλυκές γελάδες, πολλά κουνέλια, πρόβατα και ένα γαϊδουράκι. Δεν είναι όμως μόνο αυτές οι ασχολίες του. Ο μαστρο-Γιάννης συνεχίζει να καλλιεργεί τον μπαξέ που έχει, και σαν παλιός πετράς -μάστορας της πέτρας- συνεχίζει να μαστορεύει όταν του δοθεί η ευκαιρία και όταν βρει μεροκάματο.
Δεν φτάσαμε τυχαία σ' αυτόν. Αλλωστε, είναι μια ξεχωριστή περίπτωση μάστορα στην Τήνο, όχι μόνο γιατί είναι από τους λίγους εναπομείναντες πετράδες αλλά γιατί είναι αυτός που δούλεψε για την αποκατάσταση 110 περιστερώνων του νησιού με τον παραδοσιακό τρόπο αλλά και στην αποκατάσταση των ξερολιθιών με ένα πρόγραμμα LIFE που είχε εγκριθεί παλιότερα.
Η εμπειρία αυτή είναι προϊόν της αγάπης του για την μαστοριά και την πέτρα. «Ηταν το φαΐ μου», μας λέει. «Αλλά την τέχνη δεν μου την έδειξε κανένας πρωτομάστορας. Την έκλεψα μόνος μου με το μάτι. Ο καλός χτίστης πρέπει να ξεχωρίζει την σωστή πέτρα μέσα από τον σωρό. Να μη χάνει χρόνο να την «σκίσει». Εγώ έχτιζα μέχρι και πέντε μέτρα ξερολιθιά την ημέρα», λέει με καμάρι. «Με αυτή την επιδεξιότητα που απέκτησα κράτησα την οικογένειά μου γιατί από τη γεωργία και τα ζώα δεν έβγαινε μεροκάματο».
Από τον κυρ Γιάννη μάθαμε τα μυστικά του χτισίματος της ξερολιθιάς. Μάθαμε πόσο δύσκολο είναι, γιατί «αν την πέτρα δεν την βάλεις σωστά θα κόψει και θα αλλάξει την ισορροπία των αποπάνω. Αλλά κι αν χάσεις ένα πόντο στο κάτω μέρος θα φτάσεις να χάνεις 10 στο επάνω σε ένα ψηλό κτίσμα». Επίσης, δεν θεμελιώνουμε καμιά ξερολιθιά σε χώμα. Πρέπει να καθαρίσουμε το έδαφος και να βρούμε τον βράχο. Βεβαια, τα εδάφη στην Τήνο είναι «ρηχά» και βρίσκεις σταθερό βράχο στους 20 με 50 πόντους. «Τότε μόνο ξεκινάμε το χτίσιμο, όταν το θεμέλιο αγγίζει σταθερό έδαφος».
Οι πέτρες για την ξερολιθιά συλλέγονται συνήθως μέσα από το ίδιο το χωράφι. Αυτό γίνεται για δύο λόγους: για να καθαριστεί το καλλιεργήσιμο έδαφος και για να μην κουβαλούν τις πέτρες από μακριά. Αυτό ήταν επίπονη διαδικασία, αφού τις μετέφεραν στα χέρια ή με την «ξυλογαϊδάρα» - μια τεχνική με σκοινιά, ξύλα και τη βοήθεια του γαϊδάρου.
Οι πέτρες που χρησιμοποιούνταν στα θεμέλια των ξερολιθιών αντιστήριξης λέγονταν «μπατικές». Επρεπε να είναι μεγαλύτερες σε μήκος από τις άλλες και να μπουν μέσα στο χώμα τής πίσω πεζούλας. Μόνον έτσι ήταν στέρεες. Σε όλα τα επίπεδα της ξερολιθιάς και σε διαφορετικές αποστάσεις υπήρχαν «μπατικές» πέτρες. Αυτές έδεναν τον τοίχο με τη γη και λειτουργούσαν σαν καρφιά που εξασφάλιζαν μεγαλύτερη σταθερότητα. Ολες οι άλλες πέτρες μικρότερου μεγέθους που χρησιμοποιούνταν λέγονταν «δρομικές», γιατί ήταν αυτές που φαίνονται στην πρόσοψη.
Η ορολογία όμως αυτή, όπως και η τέχνη της αποκατάστασης ξερολιθιάς, κινδυνεύει σημερα να χαθεί. Ο μαστρο-Γιάννης είναι από τους τελευταίους πετράδες της Τήνου. Η ελπίδα έρχεται από τους Αλβανούς μετανάστες, που ακόμα κι αν δεν ξέρουν την τέχνη της πέτρας είναι πρόθυμοι να τη μάθουν ώστε να συντηρήσουν έτσι ένα σημαντικό κομμάτι της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής μας, που άλλωστε αποτελεί και δική τους παράδοση.
Καταφύγιο για αμπέλια και συκιές!
Το αμπέλι και η συκιά ήταν δύσκολο να πιάσουν στις κλιματολογικές συνθήκες της Τήνου γιατί τα πέντε πρώτα χρόνια, μέχρι δηλαδή τα φυτά να αναπτύξουν ένα ισχυρό ριζικό σύστημα, χρειάζονταν υγρασία που ήταν δύσκολο να διασφαλιστεί τους στεγνούς και καυτούς καλοκαιρινούς μήνες και φυσικά προστασία από τους δυνατούς βοριάδες. Στη βάση των θεμελίων μιας νέας ξερολιθιάς έσκαβαν τις πέτρες στο κάτω μέρος, δημιουργούσαν δηλαδή βαθουλώματα, τις «τακαδούρες», όπως τις λένε στην Τήνο, και τοποθετούσαν εκεί το κοτσάνι από το αμπέλι ή το κλαδί της συκιάς, για να μην τα συνθλίψουν από το βάρος οι πέτρες. Εκεί, με τη βοήθεια της υγρασίας και των θρεπτικών συστατικών του φρέσκου επιφανειακού χώματος που μετέφεραν στη βάση της νέας ξερολιθιάς -μια πάγια τεχνική για να ανανεώνουν το χώμα και να βοηθούν τα νέα φυτά- το φυτό μπορούσε να επιβιώσει την δύσκολη περίοδο των πρώτων χρόνων.
Ιδανικές και για μελίσσια!
Οταν κάποιος νοικοκύρης ήθελε να παραγάγει το δικό του μέλι έφτιαχνε μια ειδική θήκη μέσα στην ξερολιθιά για τις μέλισσες. Αυτές ονομάζονταν μελισσοθυρίδες ή μελισσότρυπες, όπως μας είπε ο μαστρο-Γιάννης από το Σμαρδάκιτο Τήνου. Για να φτιάξουν μελισσοθυρίδες έπρεπε να τοποθετήσουν «ένα λαμπαδάκι δεξιά και ένα αριστερά», δηλαδή μονοκόμματες πέτρες στις δύο πλευρές σε απόσταση περίπου εξήντα πόντων και μία ακόμα μεγάλη μονοκόμματη πέτρα για οροφή. Πάνω από την οροφή συνέχιζαν το κανονικό χτίσιμο της ξερολιθιάς. Η μελισσότρυπα είχε βάθος ένα με ενάμισι μέτρο, ήταν δηλαδή πολύ μεγαλύτερη από την ξερολιθιά, που φτάνει περίπου τους πενήντα πόντους, και όπως καταλαβαίνετε το μεγαλύτερο μέρος της έμπαινε μέσα στη γη. Στην υποδοχή αυτή τοποθετούσαν μια πήλινη κυψέλη και την έκλειναν με μια πέτρα που μπορούσαν να βάζουν και να βγάζουν άνετα. Το ύψος της κάθε κυψέλης ήταν επίσης σημαντικό γιατί δεν έπρεπε να μπαίνει νερό ούτε να φτάνει η πολλή ζέστη και φυσικά να μη φωλιάζει το χιόνι στα ορεινά. Στη βόλτα μας στην Τήνο, ο μαστρο-Γιάννης δεν σταματούσε να αναρωτιέται: πώς είναι δυνατόν να αντέχουν οι μέλισσες στις σημερινές χρωματιστές ξύλινες κυψέλες με τόσο υψηλές θερμοκρασίες; «Μέσα στις πέτρινες κυψέλες των ξερολιθιών, οι συνθήκες ήταν ιδανικές».


ΠΗΓΗ : http://www.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_kathcommon_1_20/08/2006_1285887
 
Top