Τα Λουτρά, χωριό κτισμένο στο κέντρο περίπου της Τήνου, υπήρξαν κατά τους δυο τελευταίους 
αιώνες ένας από τους σημαντικότερους οικισμούς του νησιού και προσήλκυε τους ντόπιους 
κατοίκους αλλά και πολλούς επισκέπτες από την υπόλοιπη Ελλάδα και από την αλλοδαπή.
Μετά την καταστροφή του κάστρου της Αγίας Ελένης (1715) και την μετέπειτα εγκατάλειψη 
του τότε νέου οικισμού του «Εξωμβούργου», οι Μοναχοί του Τάγματος των Ιησουϊτών αναζήτησαν
κι αυτοί κάποιο άλλο κατάλληλο χώρο να εγκατασταθούν, χώρο που να εξυπηρετεί την ιδιαίτερη 
ποιμαντική τους αποστολή. Την καταλληλότητα αυτή τελικά εντόπισαν στα Λουτρά. Κεντρικό σημείο του νησιού όπου διασταυρώνονταν οι κεντρικοί δρόμοι που ένωναν το ανατολικό με το δυτικό μέρος του νησιού και
το βόρειο με το νότιο. 
Στο σημείο αυτό οι μοναχοί οικοδόμησαν μέσα στη δεκαετία του 1840 την Μονή, την οποία 
κατοικούν μέχρι και σήμερα.
Δεκαπέντε με είκοσι χρόνια αργότερα, τόσο οι χώροι της Μονής όσο και ο ενοριακός ναός του 
χωριού αποδείχθηκαν μικροί για να χωρέσουν τον κόσμο που συνέρεε και για να τελέσουν 
τις πράξεις λατρείας. Έτσι, με το ξεκίνημα της δεκαετίας του 1860 αποφασίστηκε να κτιστεί 
ένας νέος ναός, μεγάλος και ωραίος, μεγάλος για να εξυπηρετεί τις ανάγκες για τις οποίες 
κτίστηκε, ωραίος για να συνάδει με το καλλιτεχνικό γούστο των τηνίων αλλά και με το γνωστό 
μπαρόκ των Ιησουϊτών.

Για περισσότερο από 100 χρόνια, ο ναός αυτός αποτέλεσε ένα από τα σημαντικά θρησκευτικά 
κέντρα της Τήνου. Εκεί συνέρεαν παιδιά, νέοι και ενήλικες για να ακούσουν το κήρυγμα, να 
συμβουλευτούν τον εξομολόγο τους, να λάβουν τα μυστήρια, να προσευχηθούν. Και όταν 
οι Μοναχές Ουρσουλίνες, εγκατεστημένες στο νησί ήδη από τις αρχές του 18ου αιώνα, ίδρυσαν 
προς το 1890 τη Σχολή των Λουτρών, με οικότροφες μαθήτριες που προέρχονταν από όλη την
Ελλάδα και όχι μόνο, αλλά και εξωτερικές μαθήτριες τα κορίτσια από τα γύρω χωριά, τότε το
χωριό πήρε νέα άνθιση και το επισκέπτονταν επισκέπτες από όλη τη Μεσόγειο.
Στο τέλος της δεκαετίας του 1960, η Σχολή των Ουρσουλινών έκλεισε, υποκύπτοντας στις νέες 
τάσεις της παιδαγωγικής. Έμεινε όμως το οικοδόμημα με όλο τον πλούτο που περιέχει. Πλούτος 
που αποτελείται από την οικοδομική και αξιοποίηση του χώρου, την πλούσια συλλογή 
οπτικοακουστικών μέσων διδασκαλίας, την πλούσια συλλογή διδακτικών εγχειριδίων για όλα όσα 
έπρεπε να διδαχθεί και να μάθει μία κοπέλα της εποχής εκείνης, αφού από τη Σχολή αυτή πέρασαν 
τα κορίτσια πολλών μεγάλων και αριστοκρατικών οικογενειών της χώρας μας. Σήμερα, όλος αυτός
 ο πλούτος εκτίθεται σε μουσειακή παρουσίαση απλά, λόγω οικονομικής δυσχέρειας, αλλά με 
αγάπη και πολύ μεράκι, και πολλοί τον επισκέπτονται και θαυμάζουν το έργο των ηρωικών εκείνων 
μοναχών Ουρσουλινών αλλά και τον πολιτισμό που καλλιεργήθηκε μέσα στους ίδιους εκείνους 
χώρους.
Λίγο πιο πέρα, ένα δεύτερο μουσείο, το ίδιο σημαντικό, παρουσιάζει διάφορα αγροτικά εργαλεία 
αλλά και εργαλεία άλλων επαγγελμάτων, που οι μοναχοί χρησιμοποίησαν κατά καιρούς για την 
καλλιέργεια των αγρών ή για τη συντήρηση της ίδιας της Μονής. Ενδιαφέρον προκαλούν 
διάφορες «πατέντες» που εκτίθενται, εμπνευσμένες από τις τοπικές συνήθειες του νησιού ή από τις
ξενόφερτες τεχνικές που πλούτιζαν εκείνες της Τήνου.
Ο ναός του Αγίου Ιωσήφ, αποτελεί τμήμα αυτού του δεύτερου μουσειακού χώρου. Οι επισκέπτες, 
αφού ξεναγηθούν στα διάφορα εργαλεία που μαρτυρούν την πλούσια δραστηριότητα των μοναχών,
ξαφνιάζονται και εντυπωσιάζονται όταν ανοίγει η πόρτα που οδηγεί στο εσωτερικό του ναού και
 αντιμετωπίζουν τον καλλιτεχνικό πλούτο που οι προηγούμενες γενεές εναπόθεσαν σ' αυτόν. 
Το ιερό του είναι όλο μάρμαρο με πλούσιους συνδυασμούς χρωμάτων, οι τοίχοι και η οροφή όλα 
καλυμμένα με διακοσμητικές τοιχογραφίες, και στο εσωτερικό του ναού άλλες συνθέσεις, που 
η καθεμιά από μόνη της αποτελεί ένα διατηρητέο έργο τέχνης (π.χ. ο ξυλόγλυπτος άμβωνας, 
η σύνθεση λειψανοθήκης που συγκεντρώνει εκατοντάδες λειψάνων αγίων καλλιτεχνικά 
παρουσιασμένα κ.ά). Το ίδιο ενδιαφέρον παρουσιάζει η ίδια η τεχνική με την οποία οικοδομήθηκε 
αυτός ο ναός και την οποία μελέτησαν οι αρχιτέκτονες Μαρία Δούκα και Λούκια Σαρρή στο 
βιβλίο τους Τα Μοναστήρια της Τήνου. Πολλοί επισκέπτες μέχρι σήμερα μπόρεσαν να επισκεφτούν 
το ναό και θαύμασαν το έργο τέχνης που αποτελεί από μόνος του. Όμως, τόσο η μείωση 
του αριθμού των μοναχών όσο και τα πενιχρά οικονομικά της Μονής άφησαν το ναό σε 
εγκατάλειψη. Σήμερα, η επικινδυνότητα στην οποία έχει περιέλθει, τον καθιστά μη επισκέψιμο. 
Παρά ταύτα, πολλοί είναι οι επισκέπτες που φθάνουν στην Τήνο οι οποίοι, ενημερωμένοι από 
προηγούμενους επισκέπτες, ζητούν να επισκεφτούν το ναό αυτό, «για τον οποίο τους μίλησαν 
οι φίλοι τους». Αλλά και ανυποψίαστοι περιπατητές που χρησιμοποιούν τους παλιούς δρόμους, 
ξαφνιάζονται όταν πληροφορούνται ότι το λαμπρό οικοδόμημα που βρίσκεται ακριβώς πάνω στη 
διασταύρωση των κεντρικών παλαιών δρόμων του νησιού παραμένει κλειστό λόγω επικινδυνότητας
και ότι κινδυνεύει να καταστραφεί από εγκατάλειψη.


Η επισκευή του ναού του Αγίου Ιωσήφ θα συμβάλλει τα μέγιστα για την αύξηση του τουριστικού 
ενδιαφέροντος του χωριού, ενώ, ταυτόχρονα, ο άνετος και εντυπωσιακός χώρος του θα 
μπορούσε να χρησιμεύσει για νέες πολιτιστικές εκδηλώσεις υψηλού επιπέδου. Ο ναός αυτός, μαζί 
με τη Σχολή των Ουρσουλινών, τη Μονή των Ιησουϊτών και τα δύο Μουσεία που ήδη λειτουργούν,
του συνόλου των οποίων ο ναός είναι αναπόσπαστο πολιτιστικό μέρος, θα αποτελέσουν μια τεράστια
πολιτιστική κληρονομιά της Τήνου και των Κυκλάδων, που θα συνεχίσουν να προσελκύουν όλο 
και περισσότερους επισκέπτες.